Με έμφαση στο «Health First» και αυστηρά πρωτόκολλα λειτουργίας, η χώρα μας ήδη προετοιμάζεται για την επαναλειτουργία του τουριστικού κλάδου. Στις 15 Ιουνίου οι πύλες ανοίγουν ξανά για ξένους επισκέπτες, ενώ δύο εβδομάδες αργότερα θα ανοίξουν ακόμη πιο διάπλατα για να υποδεχθούμε τουρίστες από περισσότερες περιοχές. Πόσο έτοιμοι είμαστε όμως και πόσες πιθανότητες έχει η χώρα να κερδίσει το στοίχημα των πολλών εκατομμυρίων;
Τον περασμένο Μάρτιο η ελληνική κυβέρνηση αποφάσισε να δεχθεί τις εισηγήσεις των επιστημόνων και να επιβάλει εγκαίρως αυστηρά περιοριστικά μέτρα, διακόπτοντας σε μεγάλο βαθμό την οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα, προκειμένου να περιορίσει τη διάδοση του ιού στην κοινότητα. Η δύσκολη αυτή απόφαση, όμως, παρά τις επώδυνες κοινωνικοοικονομικές συνέπειες, μπορούσε εύκολα να εφαρμοστεί. Αρκούσε απλώς να μείνουμε στο σπίτι.
Οι πολίτες υπάκουσαν, οι καμπύλες «επιπεδώθηκαν», η κυβέρνηση –εκ του αποτελέσματος– δικαιώθηκε. Το σωτήριο lockdown βέβαια δεν μπορούσε να διατηρηθεί εσαεί. Παρά τη σταδιακή άρση των μέτρων, η καλή επιδημιολογική εικόνα της χώρας βελτιώθηκε και γρήγορα επανήλθε στο προσκήνιο το φλέγον ζήτημα του τουρισμού.
Σε αυτή την περίπτωση, η κυβέρνηση πήρε μια εύκολη απόφαση με πολύ δύσκολη όμως εφαρμογή. Εύκολη, γιατί όλοι αναγνωρίζουν ότι θα ήταν πρακτικά αδύνατο να κρατήσουμε κλειστά τα σύνορα οδηγώντας σε χρεοκοπία την τουριστική βιομηχανία. Ας μην ξεχνάμε ότι ο τουρισμός είναι η βασικότερη πηγή εσόδων για εκατομμύρια πολιτών και συνολικά ισοδυναμεί με περίπου το ένα τέταρτο του εγχώριου ΑΕΠ.
Η εφαρμογή της όμως είναι αν μη τι άλλο δύσκολη, καθώς πλέον δεν ζητείται από τους πολίτες να μείνουν σπίτι τους, αλλά ακριβώς το αντίθετο: Να βγουν έξω, να κυκλοφορήσουν, να εργαστούν, αλλά κυρίως να συγχρωτιστούν και να προσφέρουν υπηρεσίες σε τουρίστες που θα φτάσουν στη χώρα απ’ όλο τον κόσμο. Και όλα αυτά ενώ καλούνται να τηρούν τα απαιτούμενα μέτρα υγιεινής και αποστασιοποίησης. Γι’ αυτό και το αυτονόητο άνοιγμα του τουρισμού εξελίσσεται σε ένα αίνιγμα με απρόβλεπτη εξέλιξη.
H αβεβαιότητα που επικρατεί αποδεικνύεται σημαντικότερο πρόβλημα κι απ’ τον ίδιο τον ιό, τουλάχιστον σε αυτήν τη φάση. Παρά τις πιέσεις συγκεκριμένων τουριστικών παραγόντων να μη δοθεί έμφαση στην υγειονομική πτυχή των ταξιδιών («δεν θέλουμε τα ξενοδοχεία να θυμίζουν νοσοκομεία, ούτε τα αεροδρόμια να θυμίζουν κέντρα κράτησης» έλεγαν χαρακτηριστικά), οι επιδημιολόγοι και οι λοιμωξιολόγοι που συμμετείχαν στις διαπραγματεύσεις, κράτησαν σθεναρή στάση προκειμένου να διαμορφωθούν με ιδιαίτερη μέριμνα τα πρωτόκολλα λειτουργίας των τουριστικών επιχειρήσεων, αλλά και να ενισχυθούν οι υγειονομικές υποδομές στις περιοχές υποδοχής τουριστών.
Ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Bournemouth και διευθυντής του e-tourism Lab, Δημήτριος Μπούχαλης, λέει στη LiFO ότι είναι απολύτως κατανοητή η βιασύνη να ανοίξει ο τουρισμός για οικονομικούς λόγους. Προειδοποιεί όμως ότι αν δεν εφαρμοστούν πιστά τα πρωτόκολλα και δεν διασφαλιστεί η υγεία των ταξιδιωτών, των υπαλλήλων και των κατοίκων των περιοχών υποδοχής, τα όποια οικονομικά οφέλη θα εξαφανιστούν ταχύτατα και οι υγειονομικές και οικονομικές επιπτώσεις θα είναι τεράστιες, δημιουργώντας πολύ χειρότερες προοπτικές για το μέλλον. «Όλα εξαρτώνται από το πόσο συνετά μπορούμε να εφαρμόσουμε τις οδηγίες των ειδικών παντού – σε όλο τον τουριστικό και κοινωνικό ιστό» δηλώνει ο κ. Μπούχαλης.
ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΑ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΑ
Τα πρωτόκολλα που έχουν διαρρεύσει είναι μεν αυστηρά, αλλά παραμένει αμφίβολο αν και πώς θα εφαρμοστούν. Στελέχη του κλάδου εκφράζουν ήδη επιφυλάξεις για το αν θα τηρηθούν τα προβλεπόμενα πρωτόκολλα ασφαλείας ειδικά για τα ξενοδοχεία, αφενός λόγω του πρόσθετου κόστους και του επιπλέον προσωπικού που απαιτείται (σε μια περίοδο που εκ των συνθηκών το προσωπικό θα είναι μειωμένο) και αφετέρου γιατί ο έλεγχος τήρησής τους είναι πρακτικά αδύνατος. Η αβεβαιότητα που επικρατεί, δε, πιθανότατα θα αποτρέψει πολλούς μάνατζερ να δώσουν το ok για την επαναλειτουργία των μονάδων τους. Όπως μας έλεγαν χαρακτηριστικά, είναι πολλά τα ξενοδοχεία που δεν πρόκειται να ανοίξουν καν. Ενδεικτικό είναι ότι η πλειονότητα των ξενοδοχείων 12μηνης λειτουργίας δεν άνοιξαν την 1η Ιουνίου παρότι είχαν τη δυνατότητα.