Κάποτε όλοι αυτοί που ζούσαν σε νησιά που μετέπειτα εξελίχθηκαν σε κοσμοπολίτικους προορισμούς, όπως η Σαντορίνη, ήταν προνομιούχοι. Σήμερα οι περισσότεροι από αυτούς, ιδιαίτερα όσοι δεν ασχολήθηκαν με τον τουρισμό, αισθάνονται ξένοι στον ίδιο τους τον τόπο.
Διότι, ωραία όλα αυτά τα ρεπορτάζ από τα κανάλια και τα social media, από την καλντέρα και τους τουρίστες που δηλώνουν ενθουσιασμένοι από το ηλιοβασίλεμα και τις ονειρεμένες βόλτες στα σοκάκια. Όπως ωραίες και όλες αυτές οι ευοίωνες προβλέψεις για την εξέλιξη της τουριστικής κίνησης (χαράς ευαγγέλια για τους επενδυτές και τους ιδιοκτήτες τουριστικών επιχειρήσεων), με αρκετούς να πανηγυρίζουν ήδη για το γεγονός ότι η χρονιά θα είναι καλύτερη (και φυσικά δεν αναφέρομαι μόνο στην Σαντορίνη) ακόμα και από τη χρονιά-ρεκόρ του 2019.
Όμως όλη αυτή είναι η μισή αλήθεια. Διότι η άλλη μισή (η οποία δεν ακούγεται συχνά από τα Μέσα, όπως επίσης δεν ακούγονται οι φωνές όλων όσων εργάζονται στη τουριστική βιομηχανία χωρίς ρεπό, χωρίς αναγνώριση, χωρίς επιβράβευση) είναι ότι πλέον η κατάσταση για τους ντόπιους έχει γίνει αφόρητη και ανυπόφορη.
Διάβασα πριν λίγες μέρες το σχόλιο μιας φίλης και μόνιμης κατοίκου της Σαντορίνης (και το οποίο απέσπασε πληθώρα επαινετικών σχολίων), το οποίο, ομολογώ, με παρακίνησε να γράψω αυτό το άρθρο. Εχοντας απαυδήσει από τις συνεχείς διακοπές ρεύματος (με κίνδυνο να καταστραφούν οι οικιακές συσκευές) και νερού, από την έλλειψη πάρκινγκ και το κυκλοφοριακό κομφούζιο, από την κοσμοσυρροή, αλλά και από την ηχορύπανση, αναρωτιέται αν τελικά αξίζει σήμερα να παραμείνει στο νησί…
Το νησί έχει μετατραπεί σε μεγάλο υπαίθριο τουριστικό λούνα πάρκ», σχολίασε εύστοχα μία άλλη κάτοικος, η οποία συμπλήρωσε: «Όσο δεν βάζουμε φρένο στη δημιουργία νέων καταλυμάτων και ξενοδοχείων κάθε χρόνο, θα έχουμε ανάγκη από περισσότερο νερό, περισσότερο ρεύμα, περισσότερους δρόμους, μεγαλύτερο αεροδρόμιο, περισσότερα πάρκινγκ, περισσότερα σπίτια για τους εργαζόμενους-γιατρούς-δασκάλους και πάει λέγοντας».
Δυστυχώς αυτή είναι η αλήθεια για ένα νησί που πλέον είναι από τους πιο «in» προορισμούς, το οποίο βέβαια έχει παραδοθεί συλλήβδην στον υπερτουρισμό. Σε ένα νησί που δεν σέβεται τους κατοίκους του, που η ζωή τους ιδιαίτερα το καλοκαίρι έχει μετατραπεί σε κόλαση. Σε ένα νησί που κινδυνεύει να απωλέσει κάθε τι παραδοσιακό και αυθεντικό. Σε ένα νησί όπου όροι όπως «βιώσιμος τουρισμός» φαντάζουν ως κακόγουστο αστείο. Σε ένα νησί όπου θα έπρεπε να είχαν ληφθεί δραστικά μέτρα από εχθές (κάποιες λογικές και ψύχραιμες φωνές, όπως του πρώην δημάρχου της Σαντορίνης, που φώναζαν χρόνια τώρα, καταπνίγηκαν). Σε ένα νησί που εδώ και χρόνια έχει ξεπεράσει τα όριά του…