Ο Δημήτρης Χριστοφορίδης είναι ένας επιχειρηματίας υψηλής έντασης, αλλά ένας άνθρωπος χαμηλών τόνων. Παρότι ειδικεύτηκε στην εστίαση στις ΗΠΑ, εκεί όπου όλα είναι σόου, δεν αναζητά καθόλου τη δημοσιότητα. Ίσως επειδή την έχει ήδη ζήσει, με τρόπο που κανένας άλλος Έλληνας δεν κατάφερε να τη γευτεί.
Ξέρεις τι είναι να είναι μέτοχος στο μαγαζί σου η Πάμελα Άντερσον και κολλητός σου ο Μάτζικ Τζόνσον; Όταν εμείς ακούμε ακόμα και σήμερα τις περίφημες ιστορίες από το ‘Studio 54’, ο Δημήτρης είναι ο μόνος που μπορεί να τις επιβεβαιώσει ή να τις διαψεύσει – είναι ο μόνος Έλληνας που εργάστηκε στο θρυλικό κλαμπ και στην πορεία δημιούργησε ένα ανάλογο στο Λος Άντζελες.
Αν και δεν τα γουστάρει καθόλου “αυτά, τα συνεντευξιακά και τα σχετικά”, επειδή του αρέσει να καυχιέται για ό,τι έζησε, τον πείσαμε να μας αφηγηθεί μερικές ιστορίες από την πολυτάραχη με την καλή έννοια ζωή του. Προσωπικά, αυτό που εγώ κρατώ από τη γνωριμία μας και τη φιλία μας, είναι ότι ο Δημήτρης παρέμεινε έξω από τις κακές επιρροές και τα ‘περίεργα’, παρότι η ζωή του βρισκόταν πάντα στο επίκεντρο αυτών των κύκλων. Ο ίδιος είναι οικολόγος και φανατικός τη υγιεινής διατροφής. Δεν είναι τυχαίο ότι ήταν ο πρώτος που έφερε στην Αθήνα, πριν από δέκα περίπου χρόνια, τη βιολογική κουζίνα που πλέον έχει κυριαρχήσει ως τάση.
Tο 1976 τελείωσα το Γυμνάσιο στην Κοζάνη. Ο πατέρας μου ήταν μαθηματικός και είχε ιδιωτικό σχολείο, από τα πρώτα τότε. Με δέχτηκαν σε μια Πολυτεχνική σχολή στην Σουηδία – ήμουν καλός στα μαθηματικά, οπότε πήγα να γίνω ηλεκτρονικός μηχανικός στο Λουντ, σε μια πόλη που το 80% των κατοίκων της είναι φοιτητές.Έμεινα δύο χρόνια στη Σουηδία. Στις αρχές του 1979 πήγα στην Αμερική. Είχα αποφασίσει να φύγω από την Ελλάδα γιατί ο πατέρας μου ήταν πολύ σκληρός, ίσως και λόγω ιδιότητας. Όταν επέστρεψα στην Ελλάδα, πάλι για τον πατέρα μου το έκανα. Για να καταλάβεις λίγο τι τύπος είναι, όταν έρχεται στα μαγαζιά μου επιμένει να πληρώνει ακόμα και τον καφέ του και ζητάει πάντα απόδειξη. Όπως μου έλεγαν στις ΗΠΑ, “αν δεν είχες μεγαλώσει έτσι δεν θα είχες πετύχει”.Κατάλαβα, λοιπόν, ότι δεν είναι για μένα το επάγγελμα του μηχανικού και είπα πάω να σπουδάσω μπίζνες. Έφτασα στις ΗΠΑ τον Γενάρη του 1979, οπότε η σεζόν είχε πρακτικά χαθεί. Έκανα αίτηση σε ένα πανεπιστήμιο στο Σικάγο κι έπιασα δουλειά σε ένα ελληνικό εστιατόριο όπου σύχναζαν φοιτητές – το ‘Παρθενών’. Μάζεψα κάποια χρήματα, γιατί δεν ήθελα να πάρω από τον πατέρα μου κι έφυγα για Νέα Υόρκη.Στο Studio 54 πήγα για πρώτη φορά ως πελάτης, μέσω ενός φίλου. Γνωρίστηκα με τον ιδιοκτήτη και μου πρότεινε αμέσως να δουλέψω ‘πόρτα’. Και το έκανα. Έπιασα δουλειά τον χειμώνα του 1979 και μέσα στους πρώτους μήνες πήρα πολλά μαθήματα και γνώρισα πολύ κόσμο. Γνώρισα τον Άντι Γουόρχολ, την Μπιάνκα Τζάγκερ, τον Χόλστον και όλους τους σταρ.
Το τρομερό με το Studio 54 ήταν ότι είχε τα πάντα, αλλά ταυτοχρόνως ήταν ένα πολύ προστατευμένο περιβάλλον. Γίνονταν πολλά εκεί μέσα, αλλά κανείς δεν έγραφε τίποτα. Εννοείται ότι δεν υπήρχαν κινητά και social media τότε, αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Δεν μπορεί να επαναληφθεί το Studio 54 – ένα τέτοιο μαγαζί να είναι τόσο πριβέ.
Ήταν το πιο σπουδαίο κλαμπ όλων των εποχών. Επειδή ό,τι γινόταν εκεί, έμενε εκεί.Βεβαίως, μιλάμε και για άλλες εποχές. Οι VIP ήταν λίγοι, οι πλούσιοι μετρημένοι και όλοι ήξεραν ο ένας τον άλλο.
Ο ίδιος άνθρωπος που το 1979 έλεγε “ξέρω τους πάντες”, τους 800-1000 ανθρώπους που πραγματικά ‘μετρούσαν’, δημιούργησε την πρώτη πριβέ αλυσίδα boutique hotels. Έφτιαξε το πασίγνωστο ‘Delano’ στο Μαϊάμι και άλλα ξενοδοχεία που έγιναν θρύλος χάρη στα ιδιωτικά πάρτι που διοργανώνονταν εκεί από τους διάσημους. Αυτός, λοιπόν, έλεγε προφητικά ότι η εποχή του ύφους και της λίστας θα περνούσε σύντομα.Βγήκε αληθινός όταν με την τεχνολογία και την ψηφιακή επανάσταση έγιναν πολλοί εκατομμυριούχοι ξαφνικά, από τη μία μέρα στην άλλη.> Παλιά στη πόρτα δεν μιλούσες σε κανέναν. Μετά από κάποια χρόνια, με τον ανταγωνισμό και την είσοδο στον χώρο ανθρώπων με λεφτά και εξουσία, δεν μπορούσες πια να ξέρεις τι είναι ο καθένας. Ο ίδιος ο Σράγκερ, ο ιδιοκτήτης του Studio 54, έλεγε “σεβασμός σε όλους”. Κάπως έτσι, ο αριθμός των ανθρώπων που μπορούσαν να μπουν στο κλαμπ δεκαπλασιάστηκε και σε λίγο εκατονταπλασιάστηκε.Στους μήνες που στεκόμουν έξω από την πόρτα του Studio 54 είδα πάρα πολλά. Διάσημες γυναίκες που εμφανίζονταν φορώντας ένα πανωφόρι κι από μέσα ήταν γυμνές. Την Μπιάνκα Τζάγκερ να σκάει μια μέρα πάνω σε ένα άλογο.
Στον πάνω όροφο υπήρχε το θρυλικό πατάρι όπου έκαναν σεξ κανονικά
Για να μπεις στην guest list του Studio 54 έπρεπε να είσαι ηθοποιός, τραγουδιστής ή με κάποιον τρόπο διασημότητα. Επιπλέον, να σε ενέκριναν οι ιδιοκτήτες. Εγώ, ας πούμε, δεν μπορούσα να βάλω κάποιον δικό μου στη λίστα, αλλά με ήξεραν όλοι και νόμιζαν ότι θα τους ‘φτιάξω’.Αν μου έμειναν γνωριμίες; Μη φανταστείς τίποτα σπουδαίο – έφυγα για την Καλιφόρνια μέσα σε ένα χρόνο και λιγότερο. Ήθελα οπωσδήποτε να πάω στο Πανεπιστήμιο και στη Νέα Υόρκη δεν υπήρχε περίπτωση να συγκεντρωθώ και να τελειώσω κάποια σχολή. Πήγα λοιπόν Πανεπιστήμιο εκεί, στην Καλιφόρνια, όπου έχουν ένα τρομερό σύστημα.Σπούδαζα μπίζνες και στην αρχή δεν ήξερα άνθρωπο. Μιλάμε για μια τεράστια πόλη, το Λος Άντζελες. Ξεκίνησα διάφορες δουλειές: Σεκιούριτι σε νοσοκομείο, έντεκα το βράδυ με επτά το πρωί. Διάβαζα στο πάρκινγκ και μετά πήγαινα σχολή! Μετά έγινα σερβιτόρος, μετά αρχισερβιτόρος και – σταδιακά – αξιοποίησα τις ευκαιρίες που σου δίνονται στις ΗΠΑ αν δουλεύεις σκληρά και πήρα μικρά ποσοστά. Δεν πήγα να δουλέψω σε κλαμπ, αν και θα μπορούσα λόγω του Studio 54, επειδή φοβόμουν ότι δεν θα μπορέσω να τελειώσω τη σχολή μου.
Στα εστιατόρια, πάντως, έχεις πολύ καλές απολαβές. Και με τα tips, στην αρχή και, βέβαια, με τα μικρά ποσοστά στη συνέχεια. Κι εκεί γνώρισα σταδιακά πολύ κόσμο: την Πάμελα Άντερσον, τη Σάλμα Χάγιεκ, τον Μίκι Ρουρκ. Στο Λος Άντζελες αν είσαι ευχάριστος τύπος κάνεις εύκολα επαφές και γνωριμίες.
Τους περισσότερους τους γνώρισα στο Vertigo. Ήμουν θαμώνας του μαγαζιού και κάποια στιγμή οι ιδιοκτήτες διαπίστωσαν ότι μου μιλάνε όλοι και μου πρότειναν να κάνω ένα πάρτι, μια καθημερινή. Ένα πάρτι για τα γενέθλια του ‘D’ – έτσι με φώναζαν οι φίλοι μου. Οι Αμερικάνοι συνηθίζουν να κόβουν τις λέξεις, οπότε μου έμεινε το ‘D’. Μου ζήτησαν να καλέσω μόνο τις φίλες μου. Μιλάμε για μαγαζί 4000 ατόμων, ένα παλιό θέατρο που έγινε κλαμπ. Κάλεσα, λοιπόν, όλες τις φίλες μου, μοντέλα κτλ. Μέχρι και φυλλάδια μοίραζαν, διαφημίζοντας τα γενέθλια του ‘D’. Προσωπικά δεν πίστευα ότι θα πετύχει, αλλά ήδη μια ώρα πριν από την επίσημη έναρξη του πάρτι περίμεναν 1000 άνθρωποι έξω απ’ το μαγαζί. Μετά απ’ αυτό, μου ζήτησαν να κάνω πάρτι κάθε μέρα.Στη πορεία, τελείωσα το Πανεπιστήμιο και πήρα το πτυχίο μου. Εν τω μεταξύ, έκανα κάποια επιλεκτικά πάρτι, με φίλους και φίλες που είχαν πρακτορεία μοντέλων και αργότερα, promo parties για ταινίες. Θυμάμαι χαρακτηριστικά το ‘Αρμαγεδδών’. Κάναμε το promo στο μαγαζί, μια μέρα πριν την επίσημη πρεμιέρα. Ήρθε μέχρι και η Άϊλιν Φορντ, από το πιο μεγάλο πρακτορείο μοντέλων. Κάναμε ένα τέτοιο πάρτι το μήνα, οπότε απέκτησα επαφές και δική μου ατζέντα. Όταν κάποιος ήθελε να κάνει ένα μεγάλο πάρτι κι έπρεπε να έχει καλεσμένους σταρ, απευθυνόταν σε μένα. Μου έδιναν πολλά λεφτά γι αυτήν την ατζέντα, γι’ αυτό το τετράδιο.
Εκείνη την περίοδο με προσέγγισε ένας πλούσιος Άγγλος που ήθελε να κάνει μαγαζί στο Μπέβερλι Χιλς. Ο Πίτερ Στρινγκφέλοου. Μου είπε “θέλω την πιο σκληρή πόρτα”, γι’ αυτό είχε έρθει σε μένα, επειδή γνώριζα τόσο κόσμο. Ξεκαθάρισα, λοιπόν, ότι στην πόρτα θα κάνω εγώ κουμάντο και δεν θα έχει λόγο κανείς, ούτε ο ίδιος. Φαντάσου ότι ήρθε ένας ξάδερφός του μια μέρα, με ύφος κι εγώ δεν τον άφησα να μπει. Το αφεντικό, φυσικά ενοχλήθηκε, αλλά όταν του είπα “ή εγώ ή ο ξαδελφός σου”, επέλεξε εμένα.Έχουμε φτάσει πλέον στη δεκαετία του ’90 και μου προτείνουν να φτιάξουμε ένα ακόμα μαγαζί. Έτσι ανοίξαμε το ‘The Gate’, πριβέ κλαμπ και εστιατόριο πού πήγαινε εξαιρετικά, έκλειναν οι δρόμοι από τον κόσμο που περίμενε στην είσοδο. Τσακώθηκα, όμως με τον ιδιοκτήτη κι έφυγα. Σε λιγότερο από ένα χρόνο, το μαγαζί κατέρρευσε.
Η επόμενή μου κίνηση ήταν το Sanctuary. Ένα πριβέ κλαμπ – εστιατόριο στο οποίο έβαλα ως συνεταίρους αρκετά μεγάλα ονόματα. Μπήκαν μέτοχοι έστω και με 1% η Πάμελα Άντερσον, ο Μίκι Ρουρκ, ο Μπρετ Μάικλς. To όνομα, μάλιστα, ήταν ιδέα της Πάμελα – επειδή σκέφτηκε ότι θα είναι ένας προστατευόμενος χώρος. Εκεί έρχονταν μόνο ηθοποιοί, μοντέλα και οι διάσημοι,επιχειρηματίες.
Είχαμε φτιάξει και μια πριβέ σάλα, σαν του Studio54. Εκεί έκανες ό,τι ήθελες γιατί ήξερες ότι δεν θα μπει κανένας παρείσακτος…
Ολόκληρη η συνέντευξη στο oneman.gr
https://www.oneman.gr/keimena/diabasma/malebox/o-dhmhtrhs-xristoforidhs-emathe-mpiznes-dipla-sthn-pamela-kai-ton-matzik.5398692.html