Το κλείσιμο ή η αναστολή ενός μέρους της έκδοσης μιας εφημερίδας σημαίνει ένα πλήγμα στον πλουραλισμό, τη δημοκρατική έκφραση των ιδεών, πλήγμα για την ενημέρωση και το δημοσιογραφικό κλάδο.
Αυτό συμβαίνει και με τον «ξαφνικό θάνατο» της «Αυγής». Που μπορεί να μην εξέπληξε και τόσο, καθώς τα προβλήματα, οικονομικής και όχι μόνο φύσεως, ήταν γνωστά εδώ και πολύ καιρό, διαρκώς επιδεινούμενα, αλλά κι έτσι ακόμη η είδηση για την αναστολή έκδοσης του καθημερινού της φύλλου προκαλεί αίσθηση.
Μιας ιστορικής εφημερίδας, που με σταθερή πίστη στις ιδέες και τα οράματα της Αριστεράς, αλλά και κριτική στα μέσα και τις μεθόδους υλοποίησής τους, -ιδίως μετά τη Μεταπολίτευση-, καθώς και στα πρόσωπα που στη χώρα και διεθνώς εξέφρασαν αυτή την ευθύνη, σημάδεψε επί δεκαετίες την μεταπολεμική ιστορία του τόπου.
Ξεκινώντας από εβδομαδιαίο φύλλο, στις 24 Αυγούστου του 1952, σε μια χώρα που προσπαθούσε να επουλώσει τις βαριές πληγές της κατοχής αλλά και του εμφυλίου που ακολούθησε, τάχθηκε στην υπηρεσία των αρχών και των αξιών της Αριστεράς, όπως τότε εκφράζονταν κοινοβουλευτικά από την ΕΔΑ και ενώ η λειτουργία του ΚΚΕ και η κυκλοφορία του Ριζοσπάστη είχαν απαγορευτεί. Επιδιώκοντας συγχρόνως, να προσφέρει αξιόπιστη, έγκυρη ενημέρωση, χρησιμοποιώντας προσεγμένο λεξιλόγιο, χωρίς υπερβολές, εύκολα συνθήματα, εντυπωσιασμούς και σκανδαλοθηρία, με σαφήνεια και τεκμηρίωση.
Πέντε μόλις μήνες μετά την έκδοση του πρώτου φύλλου της, ξεκίνησε και το καθημερινό. Η «Αυγή» αναπτύχθηκε και κατοχυρώθηκε διαχρονικά στη συνείδηση των αναγνωστών της ως μια μαχητική εφημερίδα, με αδιαμφισβήτητο -παρά την σαφή ιδεολογική της προσήλωση- πλουραλισμό και κριτικό πνεύμα και άντεξε στις ασφυκτικές πολιτικές συνθήκες της προδικτατορικής περιόδου, αλλά και στη συνεχή οικονομική πίεση που βιώνει ένα κατεξοχήν πολιτικό φύλλο.