Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο επιμένει στην θέση του ότι δεν υπάρχει το παραμικρό δημοσιονομικό περιθώριο για παροχές τα επόμενα χρόνια. Και τούτο γιατί υπολογίζει ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα θα πιάσουν οριακά τον στόχο που έχει τεθεί.
Στη νέα του έκθεση Fiscal Monitor, που δόθηκε στη δημοσιότητα στο πλαίσιο της κορύφωσης των εργασιών της Φθινοπωρινής Συνόδου του Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας, η οποία λαμβάνει χώρα στο Μπαλί, αναθεωρούνται πάντως οι εκτιμήσεις για τα πρωτογενή πλεονάσματα της Ελλάδος.
Πλέον υπολογίζονται στο 3,5% του ΑΕΠ από φέτος έως και το 2022 και στο 3% για το 2023. Και τούτο όταν στην προηγούμενη ανακοίνωσή του, αυτή του Απριλίου του 2018, το Ταμείο εκτιμούσε ότι φέτος το πρωτογενές πλεόνασμα θα ήταν 2,9% του ΑΕΠ (δηλαδή κάτω από το μνημονιακό στόχο), ενώ για το 2023 ανέμενε πρωτογενές πλεόνασμα στο 1,5% του ΑΕΠ.
Ωστόσο, όπως γίνεται σαφές στις υποσημειώσεις που συνοδεύουν τη σημερινή ανακοίνωση, τα στοιχεία βασίζονται σε δεδομένα του προηγούμενου Απριλίου, αλλά και στις παραδοχές πάνω στις οποίες έχει δομηθεί η ενισχυμένη εποπτεία της Ελλάδος (δηλαδή στην εφαρμογή των μέτρων και των αντίμετρων του 2019 – 2020).
Με άλλα λόγια, το ΔΝΤ δεν αποτυπώνει τη θέση του με βάση το αίτημα για μη μείωση συντάξεων το οποίο θα “υποβάλει” επισήμως η Ελλάδα στις 15 Οκτωβρίου στις Βρυξέλλες, ενώ ενσωματώνει την “ασφάλεια” που έδιδε η μνημονιακή συμφωνία: τη διασφάλιση των πρωτογενών πλεονασμάτων μέσω της μείωσης των συντάξεων και του αφορολογήτου και της εφαρμογής των αντιμέτρων εφόσον αυτό είναι δημοσιονομικά εφικτό….
Σε κάθε περίπτωση, το θέμα των συντάξεων ατύπως αναμένεται να τεθεί στις συζητήσεις που θα γίνουν στο Μπαλί και από τον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο, ο οποίος ολοκληρώνει σήμερα τη διήμερη περιοδεία του σε Χονγκ Κονγκ και Σιγκαπούρη. Θα επιχειρήσει να έχει σειρά πολιτικών επαφών στο περιθώριο της συνόδου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου που ολοκληρώνεται στις 13 Οκτωβρίου.
Στην Έκθεση Fiscal Monitor το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο υπολογίζει επίσης ότι οι δαπάνες θα εμφανίζονται μειωμένες από το 48,9% του ΑΕΠ φέτος στο 47,1% του 2019, στο 46,9% το 2020 και στο 45,4% του ΑΕΠ το 2023. Ωστόσο ο ρυθμός αποκλιμάκωσής τους είναι οριακά βραδύτερος σε σχέση με τις εκτιμήσεις του Απριλίου του 2018.
Αναφορικά με την πορεία των εσόδων υπολογίζει ότι από το 49% του ΑΕΠ το 2017, θα μειωθούν στο 48,7% φέτος, στο 47,1% το 2019 και θα περιοριστούν περαιτέρω στο 45% του ΑΕΠ το 2022 – 2023. Σε σχέση με το χρέος το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προβλέπει ότι φέτος θα αυξηθεί λόγω και των δόσεων που έλαβε η Ελλάδα από τον ESM στο 188,1% του ΑΕΠ για να μειωθεί το 2019 στο 176,9% του ΑΕΠ και να υποχωρήσει περαιτέρω έως το 151,1% του ΑΕΠ το 2023.
Σημειώνεται ότι χθες δόθηκε στη δημοσιότητα η έκθεση του ΔΝΤ World Economic Outlook. “Βλέπει” ταχύτερη ανάπτυξη το 2019, αλλά περιλαμβάνει δυσμενέστερες προβλέψεις για την μακροχρόνια ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, καθώς και καμπανάκι για την υπογεννητικότητα και για την γήρανση του πληθυσμού.
Αρνητική πρωτιά Ελλάδας σε εθνικό “πλούτο”
Σε ειδικό κεφάλαιο η φετινή έκθεση εξετάζει την ευημερία των κρατών-μελών και τον πλούτο που έχουν ή τις υποχρεώσεις τους. Κατατάσσει την Ελλάδα ως το κράτος με τα πιο μεγάλα “ανοίγματα” προς το εξωτερικό (με την πλέον αρνητική καθαρή θέση).
Καταλήγει ότι σε ένα δείγμα 69 κρατών και περιοχών η Ελλάδα είναι η χώρα με το την πιο αρνητική καθαρή θέση, στο 111% του ΑΕΠ (έναντι θετικής συνολικής αποτίμησης υποχρεώσεων και περιουσιακών στοιχείων ίσης με το +348% του ΑΕΠ στην περίπτωση Νορβηγίας). Ο μέσος όρος στα 69 κράτη είναι πλούτος ίσος με το +32% του ΑΕΠ.
Για να υπολογιστεί ο πλούτος και τα χρέη κάθε κράτους προστίθεται το εξωτερικό χρέος της χώρας, οι συνταξιοδοτικές υποχρεώσεις έναντι δημοσίων υπαλλήλων, εγγυήσεις έναντι δανείων και επενδύσεων, ανοίγματα Δημοσίων Επιχειρήσεων κλπ.
Αντίστοιχα στα περιουσιακά στοιχεία περιλαμβάνονται το ενεργητικό δημοσίων επιχειρήσεων, οι καταθέσεις, τα διαθέσιμα και η εκτίμηση των περιουσιακών στοιχείων κάθε κράτους, περιλαμβανομένων και των φυσικών πόρων (σ.σ. για αυτό και η Νορβηγία ως ένα κράτος με ενεργειακούς πόρους και χαμηλό χρέος είναι πρώτη στη λίστα ως πλούσιο κράτος).
Αρνητική καθαρή θέση έχει ένα στα τρία κράτη.
Ωστόσο, το ίδιο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στις προβλέψεις του κάνει σαφές ότι η καταγραφή δεν μπορεί να προσμετρήσει μία σειρά από στοιχεία “ενεργητικού” με βασικότερο τη δύναμη ενός κράτους να αντλήσει έσοδα στο μέλλον μέσα από την ασκούμενη πολιτική. Επιπλέον οικονομολόγοι αμφισβητούν την καταγραφή εξηγώντας ότι πολλά άυλα στοιχεία ή παράγοντες πλούτου (πχ κληρονομιά) δεν μπορούν να αποτιμηθούν και δεν προσμετρώνται.
capital.gr