Σε ηλικία 73 ετών. Mετά την είδηση του θανάτου του, οι λαγάνες που ψήθηκαν για την Καθαρά Δευτέρα δόθηκαν δωρεάν στους πελάτες που περίμεναν και ο φούρνος έκλεισε.
Ο ιδρυτής του διασημότερου και ιστορικού φούρνου στο Κουκάκι «Τάκης», ο «βασιλιάς του ψωμιού» Τάκης Παπαδόπουλος, έφυγε τα ξημερώματα από τη ζωή σε ηλικία 73 ετών.
Ο Τάκης Παπαδόπουλος πέθανε μετά από μία σύντομη μάχη με τον καρκίνο. Γεννημένος το 1948 στη Θεσσαλονίκη όπου πέρασε τα παιδικά του χρόνια, κατέβηκε στην Αθήνα αφότου ενηλικιώθηκε και ίδρυσε τον φούρνο του στις αρχές τις δεκαετίας του ’70 – έναν φούρνο που έμελλε να γίνει γνωστός σε ολόκληρη την πρωτεύουσα και η φήμη του να ταξιδέψει έξω από τα όρια της πόλης.
«Απολύθηκα από φαντάρος τον Οκτώβριο του 1970 και τον Δεκέμβριο άνοιξε ο φούρνος για να προλάβουμε τα Χριστούγεννα», εξιστορούσε το 2016 στη LiFO. «Έναρξη έκανα τον Μάρτιο του 1971, βγάζοντας κυρίως κουλούρια. Τα κριτσανιστά κουλούρια Θεσσαλονίκης, τα σιμίτια, τα έφερε ο πατέρας μου στην Αθήνα το 1961, στην οδό Αδριανού στην Πλάκα. Στη δουλειά είμαι από το 1958, αλλά ήξερα από μικρό παιδάκι ότι ήθελα να κάνω τη δουλειά του μπαμπά μου.»
Φωτογραφία LiFO, Πάρις Ταβιτιάν
Ήταν από τους πρώτους που έφεραν την μπαγκέτα στην Αθήνα και υπήρξε προμηθευτής αναρίθμητων γνωστών εστιατορίων και καφετεριών της Αθήνας. Τα τελευταία 50 χρόνια, ο φούρνος του στην οδό Μισαραλιώτου στο Κουκάκι, αποτελεί πραγματικό τοπόσημο για την γειτονιά και καθημερινά, σχηματίζονται ουρές για το ψωμί του.
«Είναι δύσκολη η δουλειά του φούρναρη, με την έννοια ότι δεν έχει ωράρια, το μαγαζί στην ουσία δεν κλείνει ποτέ», έλεγε στη LiFO. “Στις 9 το βράδυ κλείνει ως φούρνος, αλλά μέχρι να κλείσω, έχω παραδώσει στη γραμμή παραγωγής. Και ό,τι καινούργιο βγάζουμε, περνάει από μένα. […] Θυμάμαι τον πατέρα μου τη Μεγάλη Εβδομάδα να φεύγει από το σπίτι τη Μεγάλη Δευτέρα και να γυρνάει από τον φούρνο το Μεγάλο Σάββατο. Έλειπε πραγματικά μία εβδομάδα και κοιμόταν στα τσουβάλια, όποτε έβρισκε χρόνο. Ή σε ένα ντιβάνι που είχαν πίσω σε ένα γραφειάκι. Είναι βίωμά μου αυτά τα πράγματα, είναι ριζωμένα μέσα μου.»
Οι γιοι του, Θόδωρος και ο Αρτέμης ανέλαβαν τον φούρνο το 2010 και έκτοτε εξελίσσουν την τέχνη του «αρτοποιητή», συνδυάζοντας την οικογενειακή εμπειρία με σχετικές σπουδές.
Mετά την είδηση του θανάτου του, οι λαγάνες που ψήθηκαν για την Καθαρά Δευτέρα δόθηκαν δωρεάν στους πελάτες που περίμεναν και ο φούρνος έκλεισε.