Όλο αυτό το χρονικό διάστημα μετά το πρώτο ξέσπασμα της πανδημίας ζούμε πραγματικά πρωτόγνωρες καταστάσεις, που για τις περισσότερες απ’ αυτές – δυστυχώς ή ευτυχώς – δεν ευθύνεται μόνο ο κορωνοϊός.
Ενώ κάθε λογικός και συνειδητοποιημένος πολίτης θα περίμενε απ’ την κυβέρνηση αυτής της χώρας να αξιοποιήσει τον χρόνο που είχε στη διάθεσή της για την ουσιαστική αντιμετώπιση του κορωνοϊού, χρηματοδοτώντας με σημαντικά ποσά τους καίριους τομείς της υγείας και της παιδείας και ενισχύοντας με αυτόν τον τρόπο τον δημόσιο και καθολικό χαρακτήρα τους, με θλίψη και οργή βλέπει όχι μόνο παλινωδίες, εγκληματικές καθυστερήσεις και ημίμετρα, αλλά κι αποφάσεις προς την εντελώς αντίθετη κατεύθυνση.
Όπως τη νομοθέτηση της αύξησης του αριθμού μαθητών ανά τμήμα σε 25 και την ταχυδακτυλουργική εξαφάνιση της αναγκαιότητας τήρησης των αποστάσεων σε τάξεις κοτέτσια ή την αποφυγή του συγχρωτισμού σε πολυπληθή ολοήμερα τμήματα.
Το ΥΠΑΙΘ όλους αυτούς τους μήνες απέναντι στις επίκαιρες, επείγουσες και ιδιαίτερες υγειονομικά συνθήκες αντιπαραθέτει ουσιαστικά μόνο μια μάσκα κι ένα παγουρίνο , επιδιδόμενο σε ένα επικοινωνιακό «μπαράζ», αποδεικνύοντας για πολλοστή φορά πως μόνη έγνοια του δεν είναι οι πραγματικές εκπαιδευτικές ανάγκες , αλλά η προβολή και εμπέδωση απ’ την κοινή γνώμη της δικής του ψεύτικης εικόνας.
Η μοναδική και αναμφισβήτητη, όμως, αλήθεια είναι πως όλους αυτούς τους μήνες τα σχολεία στέκονται όρθια και στηρίζουν πολυποίκιλα τους μαθητές τους χάρη στην αυταπάρνηση και την ευσυνειδησία των εκπαιδευτικών.
Αυτών των εκπαιδευτικών που μαζί με τις δικές τους αγωνίες έχουν να διαχειριστούν τα άγχη και την ανασφάλεια των μαθητών, τις εύλογες ανησυχίες και τα ερωτήματα των γονιών, τις συνθήκες υπό τις οποίες γίνεται το μάθημα, αλλά πολύ περισσότερο έχουν να αντιμετωπίσουν την έλλειψη βασικών όρων και προϋποθέσεων για την ασφαλή λειτουργία των σχολείων, τις ανεφάρμοστες εκ των πραγμάτων οδηγίες του ΕΟΔΥ και τις ανερμάτιστες εξαγγελίες της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου.